Αποχαιρετισμός στην 22χρονη Ψιψίνα και μια σπουδή στον θάνατο (+ΦΩΤΟΣ)

Χτες το μεσημέρι  ένα υπέροχο πλάσμα που δεν το είχα γνωρισει απο κοντά αλλά ήταν σαν να την ξέρω, η Ψιψίνα της φίλης μου Κικής άφησε τον μάταιο αυτό κόσμο. Πριν από περίπου 1 μήνα η Κική είχε γράψει ένα κείμενο με την ιστορία της συνοπτικά, που θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας:

Η ζωή και ο θάνατος της Ψιψίνας

“Μου ήρθε από την διπλανή μου το 2003 ζούσε 2 χρόνια στην γειτόνισσα μου. Ήταν πολύ φιλική και ήμερη γατούλα. Πηδαγε από το μπαλκόνι της διπλανής μου στην ταράτσα μου καθημερινά και μου έκανε παρέα περίπου 2 με 3 ώρες την ημέρα.

Εγώ της έδινα ψαράκι κοτοπουλακι. Είχα τον αδελφό της εγώ τον Ροκι. Η Ψιψινα και ο Ροκι ήταν δύο γατάκια που μας ήρθαν πολύ μωρά, μιας χούφτας αδύνατα και βρώμικα μεγάλωσαν με γάλα εβαπορε και έπειτα με ψάρια, μακαρόνια, ρυζακι, ότι είχαμε στο σπίτι μας.

Θυμάμαι ότι δούλευα στην ραπτομηχανή και η Ψιψινα καθόταν δίπλα μου. Το 2007 ζευγάρωσε με τον Ροκι μας (σ.Τ. τότε η κουλτούρα των στειρώσεων στην Ελλάδα ήταν ανύπαρκτη). Γέννησε μέσα στην κουζίνα μου. Έκανε 3 γατάκια τα οποία τα κράτησα όλα. Και τα φρόντιζα με αγάπη. Αρχικά δεν την άφηνα να ζευγαρώσει αλλά μου έφυγε κρυφά από το σπίτι.

Το 2011 ζευγάρωσε τελευταία φορά έκανε την Νίνα και τον Νίνο τα κράτησα και αυτά. Μετά στειρώθηκαν και τα μωρά και η μανούλα τους η Ψιψινα. Μαζί κοιμόμαστε μέχρι σήμερα.Μαζί καθόμαστε σαν δυο γριουλες. Μαζί τρώμε παρέα. Εκείνη τώρα την τροφή τής την αλεσμένη γιατί δεν έχει δοντακια και εγω το φαγητό μου. Δεν ξέρω τι να κάνω αν φύγει από την ζωή. Κοντεύει 22 χρόνων. Δεν μπορώ να το σκεφτώ. Δεν θέλω, η Ψιψινα είναι η συντροφιά μου. Στεναχωριέμαι μόνο και μόνο στην σκέψη”

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΠΑΝΕΜΟΡΦΗ ΙΣΤΟΡΙΑ: Η ζωή και ο θάνατος του αλήτη γάτου Gips

Επιστρέφουμε στο σήμερα! Την Παρασκευή η Ψιψίνα είχε κάνει εξετάσεις και ήταν όλα τέλεια. Χτες δεν έφαγε το φαγητό της και την τάισαν με σήριγγα. Το πρωί βγήκαν για τη συνήθη βόλτα όλοι μαζί αλλά η Ψιψίνα χάθηκε. Την έψαχναν εντατικά και γυρνώντας το μεσημέρι σπίτι την βρήκαν άψυχη στο μαξιλάρι του κρεβατιού. Κοντά της κοιμούνταν οι δυο άλλες (ζωντανές) γάτες φίλες της, τα αδερφάκια Σούζη και Λούση.

Με πλημμύρισε μια στεναχώρια στο άκουσμα της είδησης. Και μετά απορία, παιδική απορία. Τι στο καλο συνέβη; Η Ψιψίνα έζησε 22 χρονια μεσα στα χάδια, τις αγκαλιές, τις βόλτες στην εξοχή, το παιχνίδι. Υγιής πάντα. Και ένα ωραίο πρωί τρέχει στο σπίτι των αγαπημένων της, στο κρεβάτι της να κοιμηθεί για πάντα. Και αποκοιμήθηκε εκεί, στο μαξιλάρι τους, με την συντροφιά δυο αγαπημένων φίλων, που την αποχαιρέτησαν.

.. και μια σπουδή στον Θάνατο

Και έτσι η Ψιψίνα έφυγε διακριτικά, ειρηνικά, γεμάτη χάρη, χωρίς δράματα, χωρίς απόγνωση, απελπισία, χωρίς να παλεύει απεγνωσμένα να κρατηθεί στη ζωή, χωρίς να παει στην εντατικη, ή να αρχίσει χημειοθεραπείες, ή χωρίς να κάνει εγχείρηση ανοικτης καρδιάς κλπ κλπ – ΠΡΟΣΟΧΗ, δεν εννοω καθολου οτι αυτα τα μέτρα δεν εχουν θεση, εδω περα δεν ξερω την τυφλα μου, πως θα μπορουσα να εχω μια τετοια άποψη – .

Και όσο συνειδητοποιουσα αυτα η στεναχώρια άρχισε να παίρνει μια άλλη μορφή, να γίνεται δάκρυα, αλλά όχι δάκρυα λύπης, αλλά δάκρυα χαράς, για αυτό το υπέροχο πράμα που συνέβη σε αυτό το πλάσμα, γι’ αυτό το διακριτικο αποχαιρετισμό!

Το περιστατικό της Ψιψίνας μου θύμησε μια δική μου ιστορία που συνέβη πριν 3.5 χρόνια! Οδηγουσα με το μηχανακι ανεμελος, να γυρισω σπιτι, να παίξουμε μουσικη με τον αδερφό μου. Ήμουν τόσο ενθουσιασμένος που δεν έβλεπα μπροστά μου. Δεν έτρεχα. Πήγαινα αργά, δεξιά στο δρόμο, αλλα τοοσο δεξιά που βρήκα το χαντάκι στην άκρη του δρομου. Έχασα τον ελεγχου το μηχανακιου αιωρήθηκα για λίγο χτύπησα κάπου και βρέθηκα ανασκελα.

Δε μπορούσα να πάρω ανασα και τρόμαξα, εβγαλα μια κραυγή, αλλά επιτέλους κατάφερα να πάρω ανάσα. Συνειδητοποίησα ότι είχε χτυπήσει το σώμα μου σε ένα στύλο της ΔΕΗ και είχε πέσει κατω. Κοιτάζω το αριστερό μου πόδι να βρίσκεται σε μια τρομακτικά αλλόκοτη γωνία σε σχέση με του σώμα μου. Όμως δεν εμφανίστηκε τρόμος.

Και τότε σκέφτηκα ότι αυτό ήταν, ότι έφτασα στό τέλος του μονοπατιού της “δικής μου” ζωής. Δεν πονούσα. Παραξενεύτηκα που δεν πονούσα και άρχισα να αναρωτιέμαι ποτε θα με καταβάλουν οι πόνοι. Κοίταξα και το μόνο που έβλεπα ήταν ένα μπλε χρώμα. Ίσως ήταν το μπλε του ουρανού που απλωνόταν από πάνω μου, αλλά δεν παίρνω και όρκο γι’ αυτό.

Και τότε μου ήρθε η αδιαπραγμάτευτη συνειδητοποίηση ότι δεν μπορώ να κάνω τίποτα. Δεν μπορώ να αναστρέψω το ατύχημα που έγινε, δεν μπορώ να κινηθω, δεν μπορώ να κολλησω το πόδι που έσπασε.. τίποτα τίποτα. Ότι μπορώ μονο να περιμένω να πεθάνω. Και δεν υπήρξε η παραμικρή προθυμία να ξεφύγω από αυτή τη μοίρα. Αγκάλιασα με όλη μου την ψυχή ό,τι συνέβαινε εκείνη τη στιγμή την διαφαινόμενη οριστική και αμετάκλητη Απώλεια του ίδιου του εαυτού, του προσώπου, του Χόρχε, χωρίς καμία πρόθεση να αντισταθώ.

Από εκείνο το σημείο και μετά με επισκέφτηκε μια άπειρη γαλήνη, μια γαλήνη που δεν υπήρχε περίπτωση να αφήσει κανένα πόνο τουλάχιστον ψυχολογικό (αλλά όπως είπα ούτε σωματικός πόνος φαινόταν πουθενα) να επιβιώσει.

Νομίζω (μιλώντας τελείως σχετικά) ότι ήταν οι πιο όμορφες στιγμές της ζωής μου, ο χρόνος εξαφανιστηκε, ο χώρος εξαφανιστηκε και ήμουν Εγώ.Μόνος, Ολόκληρος, Ακέραιος, Πλήρης, Άφοβος!

ΠΙΘΑΝΩΣ ΧΡΗΣΙΜΟ: Πόσα χρόνια ζουν οι γάτες

Κάποια στιγμή ήρθε το ασθενοφόρο και τα υπόλοιπα είναι ιστορία!

Θέλω να πω λοιπόν, συνοψίζοντας όλα τα παραπάνω, ότι ίσως ο φόβος της ιδέας του θανάτου είναι ένα με την ιδέα ότι πρέπει πάση θυσία να μείνουμε ζωντανοί. Ίσως αυτή η ανείπωτη, βαθιά, σπαραξικάρδια οδύνη που μοιαζει να νιωθουν οι περισσοτεροι οταν πλησιαζει εκεινη η στιγμη προκύπτει από την ολοκληρωτική, οριστική, αδιαπραγμάτευτη κατάρριψη της θεωρούμενης ως απόλυτα εύλογης, φυσικής ιδέας ότι πρέπει να μείνουν παση θυσία ζωντανοί!

ΥΓ: Τούτο το περιστατικό το κάναμε τραγούδι μαζί με τον αδερφό μου! Σας το επισυναπτω εδώ και σας βάζω τους στίχους!

THE CRASH
Riding on a thrilling Saturday
everything was looking vastly promising
immense possibilities
wanderous creativities
suddenly the whole thing changed
ground control dissipates
the time ceased he disappeared

… and then happened the crash

 Bold enough to open the sealed eyes
wondering he’s alive or if he simply dies
Everywhere the color Blue
Objectless and peaceful view
Bliss interrupted by loud words
Took him away from the hug of God
The person appeared, the common fears

 … it was the end of the crash!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *